The last cool star of dawn was
foretelling the brightest sunshine;
no cloud, no drift of mist was travelling
across any part of the sky.
Coming from there, the breeze
blew so sweetly across the face,
so gently, that it seemed
to whisper to the depths of the heart:
‘Life is sweet and death is darkness.’
‘Christ is Risen!’ Young and old, maidens,
everyone, little and great, prepare!
Inside the laurel-covered churches,
gather in the light of joy!
Open your arms and with them offer peace,
that the icons of the saints may see.
Embrace and kiss other sweetly, lip on lip,
let friend and foe proclaim, ‘Christ is Risen!’
Laurels are placed on every tomb,
beautiful babes are held in mothers’ arms,
the choristers sing sweetly
as they come before the icons.
Bright is the silver, bright is the gold,
under the light of the Easter candles.
Each face alights before the holy candles,
that Christians bear in hand.
foretelling the brightest sunshine;
no cloud, no drift of mist was travelling
across any part of the sky.
Coming from there, the breeze
blew so sweetly across the face,
so gently, that it seemed
to whisper to the depths of the heart:
‘Life is sweet and death is darkness.’
‘Christ is Risen!’ Young and old, maidens,
everyone, little and great, prepare!
Inside the laurel-covered churches,
gather in the light of joy!
Open your arms and with them offer peace,
that the icons of the saints may see.
Embrace and kiss other sweetly, lip on lip,
let friend and foe proclaim, ‘Christ is Risen!’
Laurels are placed on every tomb,
beautiful babes are held in mothers’ arms,
the choristers sing sweetly
as they come before the icons.
Bright is the silver, bright is the gold,
under the light of the Easter candles.
Each face alights before the holy candles,
that Christians bear in hand.
Καθαρότατον ήλιο επρομηνούσε
της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
τ’ ουρανού σε κανένα από τα μέρη,
και από εκεί κινημένο αργοφυσούσε
τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ’ αέρι,
που λες και λέει μες της καρδιάς τα φύλλα
«γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα».
της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
τ’ ουρανού σε κανένα από τα μέρη,
και από εκεί κινημένο αργοφυσούσε
τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ’ αέρι,
που λες και λέει μες της καρδιάς τα φύλλα
«γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα».
Χριστός ανέστη! Νέοι, γέροι και
κόραις
όλοι, μικροί, μεγάλοι ετοιμασθήτε,
μέσα στις εκκλησιές τες δαφνοφόραις
με το φως της χαράς συμμαζωχθήτε,
ανοίξατε αγκαλιές ειρηνοφόραις
ομπροστά στους Αγίους, και φιληθείτε,
φιληθείτε γλυκά χείλη με χείλη,
πέστε Χριστός ανέστη, εχθροί και φίλοι.
όλοι, μικροί, μεγάλοι ετοιμασθήτε,
μέσα στις εκκλησιές τες δαφνοφόραις
με το φως της χαράς συμμαζωχθήτε,
ανοίξατε αγκαλιές ειρηνοφόραις
ομπροστά στους Αγίους, και φιληθείτε,
φιληθείτε γλυκά χείλη με χείλη,
πέστε Χριστός ανέστη, εχθροί και φίλοι.
Δάφναις εις κάθε πλάκα έχουν οι
τάφοι,
και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μαννάδες,
γλυκόφωνα, κοιτώντας ταις ζωγραφι-
σμέναις εικόνες, ψάλλουνε οι ψαλτάδες,
λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι
από το φως που χύνουνε οι λαμπάδες,
κάθε πρόσωπο λάμπει απ’ τ’ αγιοκέρι,
οπού κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι.
και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μαννάδες,
γλυκόφωνα, κοιτώντας ταις ζωγραφι-
σμέναις εικόνες, ψάλλουνε οι ψαλτάδες,
λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι
από το φως που χύνουνε οι λαμπάδες,
κάθε πρόσωπο λάμπει απ’ τ’ αγιοκέρι,
οπού κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι.
No comments:
Post a Comment